Παρασκευή 12 Μαΐου 2017

Η Σουηδία είναι δύσκολη για τους Έλληνες


Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης

Η Σουηδία δεν είναι έτσι όπως νομίζουν πολλοί. Πρώτα απ’ όλα, αν δεν ξέρεις καλά τη γλώσσα, δε βρίσκεις δουλειά. Η γλώσσα είναι ακαταλαβίστικη, πολύ δύσκολη να τη μάθεις.
Για παράδειγμα, δε βάζουν το άρθρο στην αρχή αλλά στο τέλος. 


Δε λένε κανονικά “ο καιρός, η μέρα, το σπίτι”, αλλά “καιρός ο, μέρα η, σπίτι το”.

Τα νοίκια είναι πανάκριβα γύρω στις 10.000 κορώνες (1.000 ευρώ).

Έξι (6) ολόκληρους μήνες το χειμώνα είναι συνέχεια νύχτα.

Σκοτάδι, κρύο, υγρασία, παγωνιά, χιόνι, θερμοκρασίες κάτω απ’ το μηδέν.

Τα καλοριφέρ δουλεύουν στο φουλ ασταμάτητα 7 μήνες από αρχές Σεπτεμβρίου μέχρι τέλος Μαΐου. Τα αμάξια φοράνε υποχρεωτικά χειμερινά λάστιχα με καρφάκια.

Παντού επικρατεί εκνευριστική τάξη, καθαριότητα, ευγένεια και ησυχία.

Κανείς δε μιλάει δυνατά, όλοι ψιθυρίζουν.

Δεν ακούς σκυλιά να γαυγίζουν, καμπάνες να χτυπάνε, εξατμίσεις από μηχανάκια, δεν υπάρχουν πλανόδιοι τσιγγάνοι παλιατζήδες και μεγάφωνα.

Τα σπίτια δεν έχουν μπαλκόνια. Δε βλέπεις απλωμένα ρούχα, να τινάζουν κλπ.

Οδηγούν με την ίδια ταχύτητα σαν προβατάκια ο ένας πίσω απ’ τον άλλον, ούτε προσπέραση, ούτε νεύρο, ούτε κλάξον. Όλοι νομοταγείς, φοράνε ζώνη ακόμα και στα πίσω καθίσματα, τα μηχανάκια όλοι με κράνος. Δε μιλάνε στο κινητό ούτε παρκάρουν παράνομα.

Αν παραβιάσεις τον ΚΟΚ σε φωτογραφίζει η κάμερα και το τσουχτερό πρόστιμο την άλλη μέρα έρχεται σπίτι σου, χρεώνεται στον τραπεζικό σου λογαριασμό.

Η ζωή είναι σπίτι-δουλειά, δουλειά-σπίτι, σπίτι-δουλειά, δουλειά-σπίτι…

Νωρίς το βραδάκι 8 η ώρα, με τις κότες, ερημώνουν τα πάντα, όλοι πέφτουν στο κρεβάτι για ύπνο.

Δεν υπάρχουν ξενυχτάδικα. Γενικά δεν υπάρχουν διασκεδάσεις, το πολύ-πολύ αν ο καιρός επιτρέπει κανένα μοναχικό πικ-νικ στο δάσος με σάντουιτς απ’ το σπίτι και ...γάλα.

Δεν υπάρχουν σήριαλ, πρωϊνάδικα, εκπομπές μαγειρικής, πολιτικές συζητήσεις, διαφημίσεις και άλλες πλύσεις εγκεφάλου. Ακόμα και το δελτίο ειδήσεων είναι μόνο 5 λεπτά.

Δεν υπάρχουν καφετέριες, καφενεία, μπουγατσάδικα, ταβέρνες, ψαροταβέρνες, ουζερί, γυράδικα, ντιλίβερι, και γενικά φαγάδικα.

Όλοι πίνουν τον ίδιο στραγγιστό άνοστο καφέ, δεν υπάρχει ελληνικός, φραπέ κλπ.

Τα μαγαζιά και τα σουπερμάρκετ δεν πουλάνε κρασιά, μπύρες και αλκοολούχα ποτά, απαγορεύεται, μόνο σε ειδικά μονοπώλιο – άσε που είναι και πανάκριβα, όπως και τα τσιγάρα και τα φάρμακα.

Δεν υπάρχει λαϊκή αγορά. Φρούτα και λαχανικά αγοράζουν, όχι όπως εμείς με τα κιλά, αλλά με το κομμάτι, 3 ντομάτες, 2 ροδάκινα, 1 ακτινίδιο, μια ψιλή φέτα καρπούζι.

Όλοι περιμένουν πότε θα πάρουν την άδεια τους το καλοκαίρι για να έλθουν στην Ελλάδα, να ζεσταθεί το κοκαλάκι τους, να μαυρίσουν στον ήλιο, να φάνε χωριάτικη σαλάτα με σουβλάκια, κουτσομούρες, μουσακάδες, γεμιστά, ιμάμ μπαϊλντί, να απολαύσουν τα φρούτα άφθονα και να πιούνε πάμφθηνα μπύρες και κρασιά.